Ανεβαίνοντας στη ζυγαριά, η Ρίτσα Πρασάντ έμεινε έκπληκτη όταν διαπίστωσε ότι είχε χάσει 9 κιλά χωρίς καν να προσπαθήσει.
Η 39χρονη είχε μετακομίσει από τις ΗΠΑ στην Πορτογαλία μερικούς μήνες πριν από τη μέτρηση και αποδίδει την εντυπωσιακή απώλεια βάρους σε τρεις «παράξενες» συνήθειες που υιοθέτησε άθελά της στη νέα της χώρα.
Οι ΗΠΑ έχουν ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας στον κόσμο, με πάνω από το 40% των ενηλίκων να έχουν ανθυγιεινό βάρος.
Στην Ευρώπη μόλις πάνω από το 16% των ενηλίκων θεωρούνται παχύσαρκοι, ενώ η Πορτογαλία βρίσκεται λίγο κάτω από αυτό το ποσοστό.
Οι ειδικοί αποδίδουν αυτή τη διαφορά σε ποικιλία παραγόντων, όπως η μειωμένη κατανάλωση υπερεπεξεργασμένων τροφίμων, η λιγότερη έκθεση σε ανθυγιεινή διαφήμιση τροφίμων και η μειωμένη εξάρτηση από τα αυτοκίνητα για κοντινές αποστάσεις.
Και για να αποδείξει αυτή τη διαφορά, η Ρίτσα είπε πως την έζησε η ίδια προσωπικά.
Τι έκανε η Αμερικανίδα στην Ευρώπη και έχασε 9 κιλά
Πρώτα απ’ όλα, εξηγεί ότι άρχισε να εφαρμόζει μια νοοτροπία «αργά και σταθερά» σε όλα, από τα γεύματα μέχρι τη δουλειά.
Όταν ζούσε στις ΗΠΑ, λέει πως συχνά έτρωγε στο πόδι, αλλά στην Ευρώπη παρατήρησε ότι την κοιτούσαν περίεργα όταν έτρωγε καθώς περπατούσε.
Η δημιουργός περιεχομένου εξήγησε: «Όταν πρωτοέφτασα στην Πορτογαλία, κυκλοφορούσα κρατώντας ένα ρόφημα στο χέρι και μερικές φορές έτρωγα το μεσημεριανό μου στο δρόμο. Το έβλεπα παραγωγικό, κάνοντας δύο πράγματα ταυτόχρονα».
«Αλλά παρατήρησα ότι οι άνθρωποι με κοιτούσαν περίεργα. Τελικά, στην Ευρώπη κανείς δεν περπατάει και τρώει ταυτόχρονα. Τα γεύματα διαρκούν από μιάμιση έως και τρεις ώρες, ακόμα και τις εργάσιμες ημέρες — όχι επειδή τρώνε περισσότερο, αλλά επειδή παίρνουν τον χρόνο τους για να συζητήσουν».
Η Ρίτσα λέει ότι η ίδια χαλαρή προσέγγιση ισχύει και στην κατανάλωση αλκοόλ, και στην Ευρώπη «οι άνθρωποι πίνουν αργά για ώρες… Ο στόχος δεν είναι το ποτό, αλλά η κουβέντα».
Μια μελέτη του 2018 διαπίστωσε ότι όσοι τρώνε αργά είναι σημαντικά πιο αδύνατοι από εκείνους που τρώνε γρήγορα.
Οι ερευνητές βρήκαν ότι οι αργοί καταναλωτές τροφής είχαν 42% λιγότερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκοι σε σχέση με τους γρήγορους, ενώ εκείνοι που έτρωγαν με «κανονική» ταχύτητα είχαν 29% λιγότερες πιθανότητες να είναι υπέρβαροι.
Στη συνέχεια, η Ρίτσα λέει ότι εγκατέλειψε τις δημοφιλείς δίαιτες τύπου «γιο-γιο» και τα αυστηρά προγράμματα γυμναστικής. Αντί γι’ αυτά, υιοθέτησε μια πιο σταθερή και ισορροπημένη προσέγγιση στη διατροφή και την άσκηση, ακολουθώντας το ευρωπαϊκό πρότυπο.
Αυτό περιλάμβανε πιο υγιεινά γεύματα γενικά και καθημερινούς περιπάτους αντί για πολλές ώρες στο γυμναστήριο.
Δίνοντας συμβουλές σε άλλους, εξηγεί σε ένα βίντεο στο YouTube: «Αλλάζουμε τη νοοτροπία μας από δραματικά, υψηλής έντασης σπριντ σε σταθερές, συνεπείς πορείες. Δηλαδή δεσμευόμαστε να σταματήσουμε το αιώνιο πήγαινε-έλα μεταξύ αυστηρής δίαιτας και πλήρους εγκατάλειψης».

«Προετοιμασία γευμάτων με στρατιωτική ακρίβεια ή καταβρόχθιση φαγητού απ’ έξω όταν η ζωή γίνεται απαιτητική… και μετά εξαντλητικές προπονήσεις ως τιμωρία για την υπερφαγία. Αντί γι’ αυτό, κάνεις αυτό που κάνουν οι Ευρωπαίοι. Δεν κάνουν δίαιτες, δεν ξεκινούν και σταματούν. Απλώς ζουν σε έναν σταθερό ρυθμό — και αυτή ήταν η αλλαγή που με μεταμόρφωσε», λέει η Ρίτσα.
Τέλος, η Ρίτσα αναφέρει πως σταμάτησε το συνεχές τσιμπολόγημα μετά τη μετακόμισή της στην Πορτογαλία.
Αντίθετα, υιοθέτησε ένα πιο σταθερό πρόγραμμα, όπου έτρωγε συγκεκριμένα και προγραμματισμένα γεύματα: Πρωινό στις 7 π.μ., δεκατιανό στις 10 π.μ., μεσημεριανό στις 4 μ.μ. και δείπνο στις 6 μ.μ.
Σχολιάζοντας αυτήν την ευρωπαϊκή προσέγγιση στο φαγητό, η προπονήτρια φυσικής κατάστασης και υγείας λέει: «Σε γενικές γραμμές, δεν τσιμπολογούν. Τείνουν να τρώνε σε καθορισμένες ώρες γευμάτων και κάνουν ένα είδος μικρής διαλείπουσας νηστείας διάρκειας τριών έως τεσσάρων ωρών ανάμεσα στα γεύματα.
Αυτό, με τη σειρά του, μειώνει την πιθανότητα να υποκύψεις σε λιγούρες, γιατί δεν χρειάζεται να παίρνεις μια απόφαση κάθε φορά που έχεις μια επιθυμία να φας.
Να θυμάσαι: η δύναμη της θέλησης εξαντλείται όσο περνάει η μέρα. Όσο λιγότερες αποφάσεις χρειάζεται να πάρεις, τόσο το καλύτερο».
Μια μελέτη του 2018 από το National Institute on Aging διαπίστωσε ότι το συχνό τσιμπολόγημα μπορεί να είναι επιβλαβές για τη συνολική υγεία και τη μακροζωία.
Μελετώντας ποντίκια, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσα άφηναν περισσότερο χρόνο μεταξύ των γευμάτων ζούσαν περισσότερο και γενικά ήταν πιο υγιή από τα ποντίκια που έκαναν συνεχές τσιμπολόγημα.
Τα ποντίκια που «νήστευαν» μεταξύ των γευμάτων εμφάνιζαν καθυστερημένη εκδήλωση ασθενειών σχετιζόμενων με την ηλικία και πιο υγιή επίπεδα γλυκόζης — ανεξαρτήτως του είδους τροφής ή ροφημάτων που κατανάλωναν.
Προκαλώντας αίσθηση, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα ποντίκια ζούσαν περισσότερο όταν έτρωγαν μόνο μία φορά την ημέρα.
Όσον αφορά το τι τρώμε, η Ρίτσα προτείνει μια προσέγγιση χωρίς ενοχές, καθώς «αν δεν το απολαμβάνεις, ποτέ δεν νιώθεις ικανοποιημένος».
Και καταλήγει: «Αν αγαπάς το φαγητό, φάε σαν να το αγαπάς. Οι Ευρωπαίοι τρώνε αληθινό βούτυρο, τυρί με πλήρη λιπαρά και κρουασάν χωρίς ενοχές.
Δεν τρώνε με μια περιοριστική νοοτροπία, όπου ακόμη και καθώς απολαμβάνεις το κρουασάν, κάθε μπουκιά συνοδεύεται από ενοχές. Και ξέρεις τι συμβαίνει όταν τρως με ενοχές; Δεν το απολαμβάνεις, ποτέ δεν νιώθεις πλήρης.
Οπότε συνεχίζεις να τρως και να τρως κυνηγώντας την ικανοποίηση — η οποία ειρωνικά γίνεται όλο και πιο δύσκολη όσο περισσότερο τρως, γιατί νιώθεις όλο και χειρότερα. Δεν απολαμβάνεις πραγματικά το φαγητό».